16 Απρ 2012

Τσάρλι Τσάπλιν: Ο ηθοποιός, σκηνοθέτης, παραγωγός, σεναριογράφος...

Δώστε μου ένα πάρκο, έναν αστυνομικό και ένα όμορφο κορίτσι και σας φτιάχνω μια κωμωδία


Ο Τσαρλς Σπένσερ Τσάπλιν γεννήθηκε στο Λονδίνο στις 16 Απριλίου του 1889. Ο κωμικοτραγικός χαρακτήρας με τα φαρδιά παντελόνια, το κοντό μουστάκι, τα τρύπια παπούτσια και το χαρακτηριστικό μπαστούνι, Τσάρλι Τσάπλιν ή αλλιώς Σαρλό αποτελεί μία από τις σημαντικότερες και πιο αναγνωρίσιμες μορφές του παγκόσμιου κινηματογράφου.


Και οι δύο γονείς του ήταν ηθοποιοί, ενώ από την τρυφερή ηλικία των 10 ετών, ο Τσάπλιν αναγκάζεται να επιβιώσει οικονομικά με δικά του μέσα εξαιτίας της απώλειας του πατέρα του και της σοβαρής ασθένειας της μητέρας του. Με όπλο το φυσικό τους ταλέντο, ο Τσάρλι και ο αδερφός του είδαν τη σκηνή ως την καλύτερη ευκαιρία. Το επαγγελματικό ντεμούτο του Τσάπλιν λαμβάνει χώρα ως μέλος μιας ομάδας νεαρών με το όνομα «Τα παλικάρια του Λάνκασάιρ». Η ομάδα γρήγορα κέρδισε το κοινό για τον εξαιρετικό χορό με κλακέτες.


Στην ηλικία των 14 ετών, αρχίζει την καριέρα του ως κωμικός σε βαριετέ, γεγονός που τον οδήγησε στις ΗΠΑ το 1910 ως μέλος του Fred Karno Repertoire Company. Η ανταπόκριση του αμερικανικού κοινού ήταν άμεση, και ειδικά ο ρόλος του σε ένα σκετς με τον τίτλο «Μια νύχτα σε μια αγγλική αίθουσα διασκέδασης» είχε τεράστια απήχηση. Όταν ο θίασος του Fred Karno επέστρεψε στις ΗΠΑ το φθινόπωρο του 1912, του προτείνουν να παίξει σε κινηματογραφικές ταινίες.


Αποδέχεται την πρόταση το Νοέμβριο του 1913, και υπογράφει συμβόλαιο με την Keystone Film Company. Ο αρχικός του μισθός είναι $150 την εβδομάδα, αλλά η άμεση επιτυχία του στην μεγάλη οθόνη πολλαπλασιάζει τις προτάσεις του δέχεται. Όταν εξέπνευσε το συμβόλαιό του με την εταιρεία, ο Τσάρλι εγκαινιάζει τη συνεργασία με την Essanay Company, λαμβάνοντας μεγαλύτερο μισθό. Την ίδια περίοδο, ο αδερφός του φτάνει από το Λονδίνο, καταλαμβάνοντας τη θέση του Τσάρλι στην Keystone ως ο κεντρικός κωμικός της.


Η επιτυχία του αυξάνει τις προτάσεις που δέχεται και το επόμενο έτος υπογράφει με τη Mutual Film Corporation για 12 κωμωδίες, τις «The Floorwalker», «The Fireman», «The Vagabond», «One A.M.» «The Count», «The Pawnshop», «Behind the Screen», «The Rink», «|Easy Street», «The Cure», «The Immigrant» και «The Adventurer».


Κερδίζοντας την ανεξαρτησία
Όταν το συμβόλαιό του με τη Mutual λήγει το 1917, ο Τσάπλιν αποφασίζει να γίνει ανεξάρτητος παραγωγός και αρχίζει την κατασκευή των δικών του στούντιο, τα οποία εγκαθίστανται στη λεωφόρο La Brea tου Χόλιγουντ. Στις αρχές του 1818, συνάπτει συμφωνία με την First National Exhibitors’ Circuit, μια νέα οργάνωση που συγκροτήθηκε ειδικά για την αξιοποίηση των ταινιών του. Η πρώτη του ταινία υπό αυτές τις συνθήκες είναι η «Σκυλίσια ζωή».


Μετά την τελευταία αυτή παραγωγή, επικεντρώνεται σε μια εθνική περιοδεία που εντάχθηκε στο πλαίσιο της αντιπολεμικής εκστρατείας. Ο πόλεμος αποτελεί και το θέμα της επόμενης κωμωδίας του. Το «Shoulder Arms» κυκλοφόρησε το 1918, γνωρίζοντας τεράστια επιτυχία. Ακολούθησαν τα «Sunnyside» και «A Day’s Pleasure» το 1919. Τον Απρίλιο του ίδιου έτους, ο Τσάπλιν μαζί με τους Mary Pickford, Douglas Fairbanks and D.W. Griffith συστήνει την Εταιρεία Ενωμένων Καλλιτεχνών.


Ο B.B. Hampton, στην «Ιστορία των Ταινιών» γράφει: «Η εταιρεία είχε οργανωθεί ως διανομέας, κάθε καλλιτέχνης διατηρούσε ολόκληρο τον έλεγχο των έργων του, παραχωρώντας στους Ενωμένους Καλλιτέχνες τις ολοκληρωμένες ταινίες προς διανομή, βάσει του ίδιου σχεδίου που θα είχε ακολουθηθεί από έναν οργανισμό διανομής. Τα κέρδη των Ενωμένων Καλλιτεχνών διαιρούνταν μεταξύ των ιδρυτών, εισάγοντας μια νέα μέθοδο στη βιομηχανία του κινηματογράφου. Έκτοτε, παραγωγοί και διανομείς έχουν μετατραπεί σε εργοδότες, πληρώνοντας τους μισθούς και ορισμένες φορές ένα μερίδιο των κερδών στους καλλιτέχνες. Υπό την Εταιρεία Ενωμένων Καλλιτεχνών, οι τελευταίοι έγιναν οι ίδιοι οι εργοδότες τους». Ωστόσο, πριν αναλάβει τις νέες του υποχρεώσεις, ο Τσάπλιν έπρεπε στις αρχές του 1921 να ανταποκριθεί στο συμβόλαιό του με την First National και να ολοκληρώσει 6 ταινίες.


The Kid (1921)






The Gold Rush (1925)






The Circus (1928)






City Lights (1931)




Modern Times (1936)






The Great Dictator (1940)






Τα τελευταία χρόνια
Τα ενδιαφέροντα του Τσάρλι Τσάπλιν επεκτείνονται και στη συγγραφή, τη μουσική και τον αθλητισμό. Έγραψε 4 βιβλία, καθώς και όλα τα σενάρια των ταινιών του. Παρότι αυτοδίδακτος, ήταν εξαιρετικός μουσικός και έπαιζε αρκετά μουσικά όργανα, όπως βιολί και τσέλο. Συνέθεσε, επίσης, αρκετά τραγούδια, τα οποία και δημοσίευσε.


Αναλάμβανε ο ίδιος την μουσική επένδυση των ταινιών του, αποτελώντας μια σπάνια περίπτωση καλλιτέχνη που όχι μόνο χρηματοδότησε και ανέλαβε την παραγωγή όλων των ταινιών του, αλλά ήταν ακόμη ο συγγραφέας, ο πρωταγωνιστής, ο σκηνοθέτης και ο συνθέτης της μουσικής τους.


Παντρεύτηκε 4 φορές, τις δύο με ανήλικες νύφες: στα 28 του παντρεύτηκε τη 16χρονη ηθοποιό Μίλντρεντ Χάρις, στα 35 του την καλλονή Λολίτα Μακ Μάρεϊ (αργότερα Λίντα Γκρέι) και στα 44 τη 19χρονη Πολέτ Γκοντάρ. Τέταρτη και τελευταία σύζυγός του υπήρξε η κόρη του θεατρικού συγγραφέα Ευγένιου Ο' Νιλ, Ούνα, παρά τις αντιρρήσεις του πατέρα της. Οταν παντρεύτηκαν, εκείνος ήταν 54 και εκείνη ήταν 18. Απέκτησαν οκτώ παιδιά. Έφυγε από τη ζωή ήσυχα στον ύπνο του ανήμερα τα Χριστούγεννα, το 1977.


Πηγή: tvxs.gr

Ελληνες μετανάστες στο Λονδίνο!

Οι πρώτοι εκπρόσωποι του σύγχρονου μεταναστευτικού ρεύματος στη Βρετανία μιλούν για τις εμπειρίες τους εκεί

Η Αγία Σοφία του Λονδίνου είναι η μεγαλύτερη ελληνορθόδοξη εκκλησία της βρετανικής πρωτεύουσας. Η εφετινή βραδιά της Ανάστασης αναμένεται να έχει τη μεγαλύτερη προσέλευση των τελευταίων ετών. Αιτία δεν είναι κάποιο αυξανόμενο τουριστικό ρεύμα από την Ελλάδα ούτε ο μεγάλος αριθμός των ελλήνων φοιτητών στο Ηνωμένο Βασίλειο, οι οποίοι σε απόλυτους αριθμούς καταλαμβάνουν την τέταρτη θέση, έπειτα από... Κινέζους, Ινδούς και Ιρλανδούς.
Εδώ και περίπου δύο χρόνια το καινούργιο κύμα ελληνικής μετανάστευσης κάνει αισθητή την παρουσία του και στο Ηνωμένο Βασίλειο. Σύμφωνα με την ελληνική πρεσβεία στο Λονδίνο - μια πόλη όπου τα μέλη της ελληνικής κοινότητας μαζί με εκείνα της κυπριακής, που είναι και μεγαλύτερη, υπολογίζονται σε 300.000 - τα mails που ζητούν πληροφορίες για εγκατάσταση στη Βρετανία είναι καθημερινό φαινόμενο, ενώ πλέον σε «οποιοδήποτε κεντρικό σημείο του Λονδίνου ακούς συνέχεια ελληνικά».
Εκπρόσωποι του νέου μεταναστευτικού ρεύματος μιλούν για τις πρώτες εμπειρίες τους εκτός Ελλάδας. Κοινή συνισταμένη των απόψεών τους είναι ότι προς το παρόν δεν προβλέπεται επιστροφή στη χώρα μας.




«Ηλθαμε για να ισορροπήσουμε»
Πριν από όχι και τόσο πολλά χρόνια η κυρία Κατερίνα Γερμανού ούτε που φανταζόταν ότι το 2012 θα έκανε Ανάσταση στην Αγία Σοφία ως μόνιμος κάτοικος Λονδίνου, εργαζόμενη σε ελληνικό καφενείο του Μπεϊσγουότερ. Mαζί με τον σύζυγό της διατηρούσε για πάνω από 10 χρόνια εστιατόριο στα Φιλιατρά.
«Η πτώση ξεκίνησε πριν από περίπου δυόμισι χρόνια. Δεν μπορούσα να φανταστώ όμως ότι θα έφτανε η στιγμή που Σάββατο βράδυ θα έχω μόνο δύο τραπέζια γεμάτα στο μαγαζί. Παράλληλα οι τράπεζες, για το στεγαστικό δάνειο του σπιτιού μας, και η Εφορία γίνονταν όλο και πιο πιεστικές. Στα τέλη του 2011 και αφού εξαντλήσαμε και το τελευταίο περιθώριο αποφασίσαμε να φύγουμε. Ο σύζυγός μου εργάζεται ως σεφ σε κυπριακό εστιατόριο, η κόρη μου πηγαίνει στο ελληνικό σχολείο».
Ξεκαθαρίζει ότι για αυτήν η μετακόμιση στην Αγγλία είναι «αναγκαστική και - ελπίζω - προσωρινή λύση. Ο μεγαλύτερος γιος μου, που σπουδάζει στην Ελλάδα, ούτε που ήθελε να ακούσει. Εχω επιλέξει να μείνω σε μια σχετικά ασφαλή και ήσυχη περιοχή, κάτι που μου κοστίζει τόσο στο νοίκι όσο και στο κόστος μετακίνησης. Από την άλλη, το κόστος του σουπερμάρκετ είναι αρκετά οικονομικό, ενώ και το κράτος προσφέρει αρκετές παροχές τόσο στον τομέα της Υγείας, όσο και σε θέματα όπως η επιδότηση ενοικίου, ακόμα και σε μη βρετανούς πολίτες. Σε καμιά περίπτωση όμως δεν ήλθαμε εδώ για να ζήσουμε από τα επιδόματα. Είμαστε εδώ για να δουλέψουμε, να ισορροπήσουμε οικονομικά και να επιστρέψουμε. Φοβάμαι όμως ότι η κατάσταση στην Ελλάδα θα είναι άσχημη για πολύ καιρό ακόμα».
Πριν από 15 μήνες ο κ. Σταύρος Χατζησπύρου, 29 ετών, εργαζόταν ως σεφ σε καφεστιατόριο της Αθήνας. «Εκείνη την εποχή ο επιχειρηματίας μάς είχε απλήρωτους δύο-τρεις μήνες. Τότε αυτό δεν ήταν ακόμη τόσο συνηθισμένο. Παράλληλα πλήρωνα στεγαστικό δάνειο. Αποφάσισα πως δεν υπήρχε λόγος να καθήσω άλλο στην Ελλάδα, να τα βγάζω δύσκολα πέρα και να γεράσω πριν την ώρα μου μόνο από το άγχος».
Στο Λονδίνο, όπως λέει, «βρήκα σχετικά γρήγορα δουλειά σε εστιατόριο πολυτελείας, παίρνω καλά λεφτά, πληρώνω τις δόσεις του δανείου και ζω σχετικά άνετα. Εχω συγκάτοικο και μετακινούμαι με τη συγκοινωνία, πράγματα που δεν έκανα στην Ελλάδα. Τυπικά έχω ρίξει το επίπεδο ζωής μου. Ομως δεν αισθάνομαι έτσι, το αντίθετο μάλιστα. Ζω σε μια καθαρή πόλη με ελεύθερους χώρους και πράσινο».




«Η ευκαιρία που δεν είχα...»
Παρόμοια είναι και η αντίληψη του κ. Αργύρη Οικονομάκου, πιστοποιημένου μπάρμαν, ο οποίος βρίσκεται στην Αγγλία εδώ και λίγες ημέρες. «Από ό,τι βλέπω, τουλάχιστον εδώ υπάρχει κάποια κινητικότητα». Αν και φρέσκος στην Αγγλία, «βρήκα αμέσως δουλειά μέσα στα όρια των αποδοχών που υπολόγιζα. Ούτως ή άλλως, εδώ στον τομέα μου υπάρχουν μεγαλύτερες προοπτικές εξέλιξης. Στην Ελλάδα αυτό το επάγγελμα έχει κατά κάποιον τρόπο ημερομηνία λήξης».
Η κυρία Παρασκευή Μαρίνου, 25 ετών, τελείωσε το μεταπτυχιακό της στο Λονδίνο και αναζητεί εργασία στον τομέα της ως μηχανικός περιβάλλοντος, ενώ παράλληλα εργάζεται σε κατάστημα αθλητικών ειδών.
«Αρκετοί γνωστοί μου στην Ελλάδα θεωρούν ότι από τη στιγμή που φεύγεις από την Ελλάδα ησυχάζεις, όμως αυτό σε καμία περίπτωση δεν ισχύει. Αλλωστε και η Βρετανία βρίσκεται σε φάση ύφεσης. Εχω στείλει δεκάδες βιογραφικά, έχω πάει σε πολύ λιγότερες συνεντεύξεις. Δυστυχώς, βλέπω ότι το κριτήριο της προηγούμενης εργασιακής εμπειρίας στην Αγγλία είναι αρκετά σημαντικό. Ακόμα και για τη δουλειά που κάνω αυτή τη στιγμή πέρασα σχολαστική συνέντευξη και δοκιμαστική περίοδο. Πάντως προς το παρόν δεν σκέφτομαι την επιστροφή. Και μόνο η εμπειρία του να ζω μόνη μου στο εξωτερικό, και ειδικά σε μια πόλη όπως το Λονδίνο, μου προσφέρει εφόδια, επαγγελματικά και προσωπικά, που δεν θα είχα την ευκαιρία να αποκτήσω αν παρέμενα στην Ελλάδα».


Η κατάσταση στην Ελλάδα
«Σαν να διέγραψαν το βιογραφικό μου»
Ο 43χρονος Αλέξης Παζίδης έχει εργαστεί ως υπεύθυνος αποθήκης σε μεγάλα κατασκευαστικά έργα στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Αυτή τη στιγμή και αφού απολύθηκε από μεγάλη τεχνική εταιρεία το φθινόπωρο του 2010, εργάζεται σε εταιρεία που σχετίζεται με την τηλεοπτική κάλυψη των επικείμενων Ολυμπιακών Αγώνων του Λονδίνου.


«Το βιογραφικό μου περιλαμβάνει κατασκευαστικά έργα στο Ντουμπάι, στο αεροδρόμιο στα Σπάτα, στην αμερικανική πρεσβεία και στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας. Παρ’ όλα αυτά με την κατάσταση στη χώρα μας είναι σαν να έχει γίνει delete σε όλα αυτά. Ακόμα και στην απίθανη – λόγω της συγκυρίας – περίπτωση που δεχόμουν κάποια πρόταση, αυτή θα ήταν με αποδοχές μειωμένες κατά 40%-50%».
Στην εταιρεία στην οποία εργάζεται σήμερα είχε εργαστεί ξανά στους Αγώνες της Αθήνας. «Τότε απέρριψα πρόταση για μόνιμη συνεργασία, κάτι που σήμαινε ξενιτεμό ανά διετία στις πόλεις οικοδέσποινες των Αγώνων (θερινών και χειμερινών). Σήμερα δεν υπάρχει περίπτωση να αρνηθώ, ίσα ίσα θα το επιδιώξω, παρ’ όλο που αυτό σημαίνει ότι θα αναγκαστούμε να μεταναστεύσουμε οικογενειακώς, με τη γυναίκα μου και το παιδί μου».
Θα σκεφτόταν την επιστροφή στη χώρα μας ακόμη και με λιγότερα λεφτά; «Ενδεχομένως ναι, κανείς δεν θέλει να ζει μακριά από τον τόπο του. Αρκεί να πίστευα πως αυτή η δουλειά δεν θα είχε προσωρινό χαρακτήρα».


Πηγή: tovima.gr

Στίγκλιτζ: Πουθενά στον κόσμο οι περικοπές δεν οδήγησαν σε εξυγίανση


Tη μείωση των δημοσίων δαπανών στην Ελλάδα προτείνει ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Κολούμπια και βραβευμένος με νόμπελ οικονομολόγος Τζόζεφ Στίγκλιτζ. «Η υπερβολική δόση λιτότητας χειροτερεύει τα πάντα», είπε ο Στίγκλιτζ σε συνέντευξη που σε γερμανική εφημερίδα, τονίζοντας ότι το «κούρεμα» του ελληνικού χρέους δεν επαρκεί, θεωρώντας απαραίτητη και τη μείωση των δημοσίων δαπανών σε μια περίοδο κρίσης και την αναδιάρθρωση του χρέους των υπερχρεωμένων χωρών ως μοναδική διέξοδο στο πρόβλημα. «Το κούρεμα του ελληνικού χρέους είναι δυστυχώς πολύ περιορισμένο και αυτό επειδή υπάρχει ο φόβος της χρεοκοπίας. Αλλά και η χρεοκοπία κρατών ανήκει στον σύγχρονο καπιταλισμό. Πρέπει να είναι επιτρεπτή».
«Οι δημοκρατίες μπορούν να αντέξουν περικοπές χωρίς να βλέπουν φως στο τούνελ μόνο μέχρις ενός σημείου. Δεν υπάρχει πουθενά στον κόσμο ούτε ένα παράδειγμα, όπου οι περικοπές μισθών, συντάξεων και κοινωνικών δαπανών να οδήγησαν στην εξυγίανση ενός ασθενούς κράτους», αναφέρει ο Αμερικανός οικονομολόγος θέτοντας σε προτεραιότητα την εφαρμογή αναπτυξιακής πολιτικής.
Ο κ. Στίγκλιτζ επίσης θέτει ως όρο μια ενιαία πολιτική αντιμετώπισης των κρίσεων με τη δημιουργία κοινής Δημοσιονομικής Αρχής για την Ευρωζώνη- την αναδιανεμητική ένωση όπως την ονομάζει την οποία μισούν οι Γερμανοί- που θα χορηγεί επιπλέον κεφάλαια σε χώρες με πρόβλημα. Η επιβολή φόρου στις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές θα ήταν μια ακόμα ενδεχόμενη λύση στο πρόβλημα για τον βραβευμένο οικονομολόγο.
Πάντως, ο καθηγητής δεν κρύβει την αισιοδοξία του για το οικονομικό μέλλον της Ευρώπης μακροπρόθεσμα.


Πηγή: koutipandoras.gr

Ο Τσάβεζ αυξάνει 30% τους κατώτατους μισθούς


Ενώ η “ανεπτυγμένη” δύση με τους τραπεζίτες και τους τεχνοκράτες που αντικαθιστούν τους πολιτικούς, επικαλείται την “κρίση”, την λιτότητα, τις μειώσεις μισθών και την αναγκαιότητα για φτώχεια, ανεργία, λιμοκτονία, αυτοκτονίες… ο πρόεδρος Ούγκο Τσάβεζ ανακοίνωσε την αύξηση 30% στους κατώτατους μισθούς.
Στην ομιλία του στο κρατικό ραδιόφωνο ο  πρόεδρος της Βενεζουέλας ανακοίνωσε ότι η αύξηση θα γίνει σε δύο δόσεις: 15% την 1η Μάη και το υπόλοιπο 15% την 1η Σεπτέμβρη.
Έτσι ο κατώτατος μισθός στη Βενεζουέλα, τη χώρα “κομμουνιστικό διάβολο” για τις ΗΠΑ, ανέρχεται σε 476 δολ.
Αν στον βασικό μισθό προστεθούν τα κρατικά βοηθήματα κοινωνικής πολιτικής (κουπόνια αγοράς τροφίμων), ο μηνιαίος κατώτατος μισθός στη Βενεζουέλα ανέρχεται σε 698 δολ.
Πρόκειται για μια αύξηση που συμπεριλαμβάνει περίπου 4 εκατομμύρια πολίτες.
Να σημειωθεί ότι η τιμή της βενζίνης στη Βενεζουέλα παραμένει σταθερή εδώ και πολλά χρόνια στα 0,07 λεπτά του ευρώ.


Πηγή: sofokleousin.gr

Παλιά.....σαν νέα



2 ποιήματα του Γιώργου Σουρή που μοιάζουν σαν να γράφτηκαν για τη σημερινή Ελλάδα



Φόροι (1883)


Βάλετε φόρους, βάλετε εις την πτωχήν μας ράχη,
ποτίστε με το αίμα μας την άρρωστη πατρίδα
σεις το κρασί και τον καπνό που πίνετε μονάχοι
κι εμείς να σας κοιτάζομε με μάτι σαν γαρίδα
Βαριά φορολογήσετε και το νερό που τρέχει
βάλετε φόρους, βάλετε, η πλάτη μας αντέχει.


Ο,τι καλό κι αν έχουμε επάνω σας ας μείνει
στα πρόσωπά μας ας χυθεί του μαρασμού το χρώμα
μ’ εμάς το ισοζύγιο του έθνους μας ας γίνει
φορολογήστε και αυτή τη σάρκα μας ακόμα
του σώματός μας κόβετε καμιά παχιά λωρίδα
και τρώγετέ την λαίμαργα μαζί με την πατρίδα.


Ο,τι κι αν τρώγουν οι πτωχοί το έθνος ας τα τρώγει
ό,τι κι αν πίνουν οι πτωχοί το έθνος ας τα πίνει
χορταίνετε σαν Λούκουλοι μ’ εμάς το σκυλολόγι
κι εμείς θα σας γνωρίζουμε γι’ αυτό ευγνωμοσύνη.
Τέτοιοι χωριάτες που ‘μαστε αντέχουμε εις όλα
και ούτε τόσον εύκολα τινάζουμε τα κώλα.


Πρέπει να είναι οι πολλοί πτωχοί και πεινασμένοι
και οι ολίγοι πάντοτε να βρίσκονται χορτάτοι
Πρέπει να στέκουν οι πολλοί στα σπίτια των κλεισμένοι
και οι ολίγοι να πηδούν επάνω στο παλάτι
Πρέπει ο κόσμος ο πολύς να δέχεται τα βάρη
κι ο λιγοστός επάνω του κανένα να μην πάρει.


Μ’ αυτόν τον νόμον έζησε ο κόσμος και θα ζήσει
τη δύναμή του προσκυνά η κάθε κοινωνία
Δεν ημπορεί καθένας μας βεβαίως να πλουτίσει
γιατί του κόσμου έπειτα χαλά η αρμονία
Φτώχεια και πλούτος – ζήτημα του καθενός αιώνος:
Ιδού το τέλος κι η αρχή του φοβερού αγώνος


Λοιπόν κανένας πρόστυχος κεφάλι μη σηκώσει
για τόσα νομοσχέδια μη βγάλει τσιμουδιά
Εις της πατρίδας τον βωμόν το αίμα του ας δώσει
χωρίς ν’ αφήσει στεναγμόν η μαύρη του καρδιά
Κι αν τώρα πάλι έπεσεν επάνω του ο κλήρος
Πρέπει και πάλι να φανεί γενναίος, μάρτυς, ήρως


Ποιος είδε κράτος λιγοστό.. (1893)


Ποιος είδε κράτος λιγοστό 
σ’ όλη τη γη μοναδικό,
εκατό να εξοδεύει 
και πενήντα να μαζεύει;
Να τρέφει όλους τους αργούς, 
νά’χει επτά Πρωθυπουργούς,


ταμείο δίχως χρήματα 
και δόξης τόσα μνήματα;


Νά ‘χει κλητήρες για φρουρά 
και να σε κλέβουν φανερά,
κι ενώ αυτοί σε κλέβουνε 
τον κλέφτη να γυρεύουνε;
Κλέφτες φτωχοί και άρχοντες με άμαξες και άτια,
κλέφτες χωρίς μια πήχυ γη και κλέφτες με παλάτια,
ο ένας κλέβει όρνιθες και σκάφες για ψωμί
ο άλλος το έθνος σύσσωμο για πλούτη και τιμή.
Όλα σ’αυτή τη γη μασκαρευτήκαν ονείρατα, ελπίδες και σκοποί,
οι μούρες μας μουτσούνες εγινήκαν δεν ξέρομε τί λέγεται ντροπή.
Ο Έλληνας δυό δίκαια ασκεί πανελευθέρως,
συνέρχεσθαί τε και ουρείν εις όποιο θέλει μέρος.
Χαρά στους χασομέρηδες! χαρά στους αρλεκίνους!
σκλάβος ξανάσκυψε ο ρωμιός και δασκαλοκρατιέται.
Γι’ αυτό το κράτος, που τιμά τα ξέστρωτα γαϊδούρια,
σικτίρ στα χρόνια τα παλιά, σικτίρ και στα καινούργια!
Και των σοφών οι λόγοι θαρρώ πως είναι ψώρα,
πιστός εις ό,τι λέγει κανένας δεν εφάνη…
αυτός ο πλάνος κόσμος και πάντοτε και τώρα,
δεν κάνει ό,τι λέγει, δεν λέγει ό,τι κάνει.
Σουλούπι, μπόϊ, μικρομεσαίο, 
ύφος του γόη, ψευτομοιραίο.
Λίγο κατσούφης, λίγο γκρινιάρης, 
λίγο μαγκούφης, λίγο μουρντάρης.
Σπαθί αντίληψη, μυαλό ξεφτέρι, 
κάτι μισόμαθε κι όλα τα ξέρει.
Κι από προσπάππου κι από παππού 
συγχρόνως μπούφος και αλεπού.
Και ψωμοτύρι και για καφέ
το «δε βαρυέσαι» κι «ωχ αδερφέ».
Ωσάν πολίτης, σκυφτός ραγιάς
σαν πιάσει πόστο: δερβέναγας.
Θέλει ακόμα -κι αυτό είναι ωραίο-
να παριστάνει τον ευρωπαίο.
Στα δυό φορώντας τα πόδια που’χει
στο ‘να λουστρίνι, στ’αλλο τσαρούχι.
Δυστυχία σου, Ελλάς, με τα τέκνα που γεννάς!
Ελλάς, ηρώων χώρα, τί γαϊδάρους βγάζεις τώρα;




ΠΑΤΗΣΤΕ ΣΤΗ ΠΕΡΙΟΧΗ ΠΟΥ ΣΑΣ ΕΝΔΙΑΦΕΡΕΙ